Post by sternahirundo on Mar 2, 2014 22:14:08 GMT 2
Ανεβάζω ένα κείμενο - έχοντας κάνει κάποιες προσθήκες - που προορίζονταν για το Birdwatching βιβλίο της Ορνιθολογικής αλλά τελικά κόπηκε.
Είναι η σύνοψη των 5 επισκέψεων που έχουμε κάνει στα Βαρδούσια από το φθινόπωρο του 2011. Υπάρχει και μια ημερήσια στις 4/1 φέτος, αλλά ήταν αποτυχημένη και δεν πρόσθεσε κάτι παραπάνω. Αντίθετα, ενισχύει την άποψη που αναφέρω ότι το βουνό για να αποκαλύψει τα μυστικά του θέλει σίγουρα διήμερο προσπάθειας.
" Με φόρα από τις πολλές και πολύ αποδοτικές επισκέψεις παρατηρητών ορνιθοπανίδας την τελευταία διετία, τα Βαρδούσια καθιερώνονται σαν ένας απόλυτα απαραίτητος birdwatching προορισμός για αλπικά, αρπακτικά και δασόβια είδη.
Η οροσειρά των Βαρδουσίων βρίσκεται στην καρδιά της Στερεάς Ελλάδας, που αν και σχετικά κοντά στην Αθήνα, είναι μάλλον από τις πιο «παρθένες» ορεινές περιοχές της Ελλάδας. Για να έχετε ένα πιο ακριβές στίγμα, η Γκιώνα είναι λίγο βορειοδυτικότερα από τον Παρνασσό και τα Βαρδούσια λίγο βορειοδυτικότερα από την Γκιώνα. Με κορυφή 2495 είναι το δεύτερο ψηλότερο βουνό στην Στερεά Ελλάδα και το έβδομο σε όλη την Ελλάδα.
Χωρίς να λείπουν τα προβλήματα από τα Βαρδούσια, ωστόσο έχουν γλυτώσει από την μαζική τουριστική ανάπτυξη του Παρνασσού, συνέπεια των πολύ εκτεταμένων χιονοδρομικών εγκαταστάσεων στα αλπικά (και παράλληλα των σχετικών περιφερειακών υποδομών) αλλά και από την πολύ εκτεταμένη εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της Γκιώνας και των πληγών που αφήνει αυτή. Αν προσθέσουμε και το εντατικό κυνήγι που γίνεται στην τελευταία, τα Βαρδούσια μοιάζουν σαν παράδεισος μπροστά τους. Και πράγματι είναι, αρκεί να δώσεις τον χρόνο που χρειάζεται στο δύσκολο δασικό και αλπικό birdwatching-birdphotography. Ένα διήμερο με πιθανή διανυκτέρευση στο φιλόξενο καταφύγιο του ΕΟΣ Αμφισσας, είναι μια πολύ καλή επιλογή με σημαντικότατο πλεονέκτημα ότι την επομένη βρίσκεσαι από τα χαράματα στα αλπικά !
Ένα ορνιθολογικό οδοιπορικό στα Βαρδούσια ξεκινάει ήδη από τους πρόποδες τους με έναν έλεγχο για τους Νεροκότσυφες (Cinclus cinclus) της κοίτης του Μόρνου. Φτάνοντας στον Αθανάσιο Διάκο τους καλοκαιρινούς μήνες μπορείτε να έχετε πολύ καλές παρατηρήσεις από Ωχροσταχτάρες (Apus pallidus) που φωλιάζουν εκεί. Εκεί έχω κάνει την καλύτερη μου παρατήρηση και φωτογράφηση του είδους.
Η ανάβαση στο δάσος εκτός από τα διάφορα είδη δασικών ειδών που ποικίλουν και ανάλογα με την εποχή, όπως Χρυσοβασιλίσκοι (Regulus regulus) , Κοκκοθραύστες , Λούγαρα (Carduelis spinus) κυρίως φθινόπωρο, χειμώνα, έχετε κάποιες πιθανότητες να διασταυρωθείτε με το φοβερό δασόβιο θηρευτή το Διπλοσάινο (Accipiter gentilis) - 1 στις 5 είναι το δικό μας ποσοστό - και σίγουρα με Ξεφτέρια. Επίσης οι Χουχουριστές (Strix aluco) είναι πιθανοί. Τα θηλαστικά δεν λείπουν από το βουνό, έτσι ενώ η παρατήρηση Σκίουρων θεωρείται σίγουρη, αρκετά πιθανή είναι και η συνάντησή σας με Ζαρκάδια (1/5) . Τέλος οι Πράσινοι (Picus viridis) χαμηλότερα και οι Μαύροι Δρυοκολάπτες (Dryocopos martius) πιο ψηλά είναι σχεδόν σίγουροι σε κάθε επίσκεψη (τουλάχιστον η ακουστική τους παρατήρηση), ενώ και ο Λευκονώτης (Dendrocopos leucotos) έχει παρατηρηθεί στο βουνό.
Ωστόσο εκεί που το ενδιαφέρον πολλαπλασιάζεται είναι στο δασοόριο, στα υποαλπικά και στα αλπικά του βουνού. Φαίνεται ότι στο πρώτο ξεχειμωνιάζουν – τουλάχιστον προ χιονόστρωσης - συχνά μερικοί Χιονοκότσυφες (Turdus torquatus), ένα πολύ δύσκολο είδος για την Ελλάδα – αλλά και άλλα είδη Τσίχλας όπως η επίσης σχετικά δυσκολότερη από τις άλλες Κοκκινότσιχλα (Turdus iliacus).
Στα υποαλπικά και στα αλπικά του βουνού είναι που κορυφώνεται το ενδιαφέρον, καθώς εκεί πραγματικά χρειάζεται προσπάθεια για να μην παρατηρήσει κανείς Χιονάδες (Eremophila alpestris) αλλά και Χιονοψάλτες (Prunella collaris). Είδη που στα αλπικά άλλων βουνών χρειάζεται πολύ τύχη για να τα δεί κανείς, εδώ είναι σχεδόν σίγουρα. Ωστόσο για τον Χιονοψάλτη θα χρειαστεί σίγουρα και πεζοπορία πάνω από τα 1950 μ. υψόμετρο, αφού σπάνια κατεβαίνει χαμηλότερα τουλάχιστον το καλοκαίρι. Αντίθετα η Χιονάδα παρατηρείται ενίοτε και στα υποαλπικά. Εδώ ακόμη και τα είδη θρύλοι των βουνών, έχουν παρατηρηθεί. Η Τοιχοδρόμα (Tichodroma muraria) και Χιονόστρουθος (Montifringilla nivalis) έχουν παρατηρηθεί (1/5) ,
αλλά σίγουρα χρειάζονται περισσότερη τύχη και προσπάθεια τα δύο αυτά είδη. Χρυσοτσίχλονα (Emberiza citrinlella) το φθινόπωρο στα πολύ νότια άκρα κατανομής τους, οι υπέροχοι Πυρροκότσυφες (Monticola saxatilis) και τα Βλαχοτσίχλονα (Emberiza hortulana) το καλοκαίρι , είναι άλλα ενδιαφέροντα στρουθιόμορφα που μπορεί να συναντήσει κανείς στο βουνό. Να μην ξεχάσουμε βέβαια και τα 2 είδη Καλιακούδων με πολύ πιο πολυάριθμες τις Κίτρινοκαλιακούδες (Pyrrhocorax graculus). Ενδεικτικό της δυσκολίας στην παρατήρηση-φωτογράφηση σε αυτούς τους βιοτόπους είναι στις πρώτες 3 επισκέψεις μείναμε με την – λανθασμένη – εντύπωση ότι το βουνό δεν έχει Πυρροκότσυφες, μέχρι που στην τέταρτη είδαμε μαζεμένα 5 άτομα στα υποαλπικά.
Οι μεγαλειώδεις Χρυσαετοί (Aquila chrysaetos) είναι μόνιμοι στο βουνό και με λίγη τύχη μπορείτε να τους απολαύσετε σε πτήση στα ψηλά υψόμετρα. Εκτός από τα αναμενόμενα είδη αρπακτικών το καλοκαίρι είναι πολύ πιθανό να δείτε κάποιο Δενδρογέρακο (Falco subbuteo) να κυνηγάει στα υποαλπικά-αλπικά λιβάδια, ενώ και οι περαστικοί Κίρκοι (Circus sp) είναι πιθανοί σε περιόδους μετανάστευσης. Τέλος στις κορυφογραμμές όλο και κάποιο Αγριόγιδο (rupicarpa rupicarpa) μπορεί να εντοπίσετε. Διατηρεί πλέον πολύ μικρό πληθυσμό στην Ελλάδα, ωστόσο τα Βαρδούσια φαίνεται ότι κρατάνε έναν υγιή πληθυσμό.
Η πιο απρόβλεπτη παρατήρηση έγινε τον Νοέμβριο του 2013 στα υποαλπικά του βουνού, όπου πέρα από κάθε λογική – όση μπορεί να υπάρχει στις μετακινήσεις των πουλιών – μαζί με αρκετά Χρυσοτσίχλονα (Emberiza citrinella), «βολόδερνε» και ένα Ελατοτσίχλονο (Emberiza leucocephala), αδερφό είδος με το προηγούμενο. Αυτή ήταν η μόλις 5η παρατήρηση του είδους και η πρώτη εδώ και 9 χρόνια ! Η παρατήρηση έγινε από τον Γιώργο Αλεξανδρή και τον Πέτρο Πέτρου, ενώ εγώ ο τρίτος της παρέας καθώς ήμουν μερικά βήματα μακρύτερα σαρώνοντας μια πλαγιά για κάτι ενδιαφέρον, δεν πρόλαβα να παρατηρήσω το πουλί καθώς όταν με φώναξαν το πουλί είχε ήδη φύγει. Η προσπάθειά μας επί ένα περίπου τρίωρο να το ξαναεντοπίσουμε στέφθηκε με αποτυχία και σίγουρα την καταγράφω σαν μια από τις πιο άτυχες birding στιγμές της ζωής μου.
Τα Βαρδούσια εκτός από δημοφιλής ορειβατικός προορισμός μπορεί να γίνει και σημαντικός προορισμός για παρατηρητές και φωτογράφους πουλιών. Βέβαια σαν βουνό πρέπει κανείς να το αντιμετωπίσει με τον ανάλογο σεβασμό. Δείτε οπωσδήποτε την καιρική πρόγνωση για τις μέρες που θα επισκεφτείτε το βουνό. Οι κακές καιρικές συνθήκες είναι πολύ πιο πιθανές στο βουνό και μπορεί για πλάκα να χάσετε ώρες ή και μέρα παρατήρησης λόγω πυκνής ομίχλης. Σε περσινή φθινοπωρινή μου επίσκεψη στο βουνό και έπειτα από κακή εκτίμηση των καιρικών συνθηκών χάθηκε σχεδόν ολόκληρο το Σαββατοκύριακο λόγω κάκιστης ορατότητας. Επίσης δεν είναι απίθανο ακόμη και μέσα στο καλοκαίρι να πέσετε σε κακές καιρικές συνθήκες και θερμοκρασίες κοντά στο μηδέν (πρώτο διήμερο Ιούνιος 2013)."
Είναι η σύνοψη των 5 επισκέψεων που έχουμε κάνει στα Βαρδούσια από το φθινόπωρο του 2011. Υπάρχει και μια ημερήσια στις 4/1 φέτος, αλλά ήταν αποτυχημένη και δεν πρόσθεσε κάτι παραπάνω. Αντίθετα, ενισχύει την άποψη που αναφέρω ότι το βουνό για να αποκαλύψει τα μυστικά του θέλει σίγουρα διήμερο προσπάθειας.
" Με φόρα από τις πολλές και πολύ αποδοτικές επισκέψεις παρατηρητών ορνιθοπανίδας την τελευταία διετία, τα Βαρδούσια καθιερώνονται σαν ένας απόλυτα απαραίτητος birdwatching προορισμός για αλπικά, αρπακτικά και δασόβια είδη.
Η οροσειρά των Βαρδουσίων βρίσκεται στην καρδιά της Στερεάς Ελλάδας, που αν και σχετικά κοντά στην Αθήνα, είναι μάλλον από τις πιο «παρθένες» ορεινές περιοχές της Ελλάδας. Για να έχετε ένα πιο ακριβές στίγμα, η Γκιώνα είναι λίγο βορειοδυτικότερα από τον Παρνασσό και τα Βαρδούσια λίγο βορειοδυτικότερα από την Γκιώνα. Με κορυφή 2495 είναι το δεύτερο ψηλότερο βουνό στην Στερεά Ελλάδα και το έβδομο σε όλη την Ελλάδα.
Χωρίς να λείπουν τα προβλήματα από τα Βαρδούσια, ωστόσο έχουν γλυτώσει από την μαζική τουριστική ανάπτυξη του Παρνασσού, συνέπεια των πολύ εκτεταμένων χιονοδρομικών εγκαταστάσεων στα αλπικά (και παράλληλα των σχετικών περιφερειακών υποδομών) αλλά και από την πολύ εκτεταμένη εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της Γκιώνας και των πληγών που αφήνει αυτή. Αν προσθέσουμε και το εντατικό κυνήγι που γίνεται στην τελευταία, τα Βαρδούσια μοιάζουν σαν παράδεισος μπροστά τους. Και πράγματι είναι, αρκεί να δώσεις τον χρόνο που χρειάζεται στο δύσκολο δασικό και αλπικό birdwatching-birdphotography. Ένα διήμερο με πιθανή διανυκτέρευση στο φιλόξενο καταφύγιο του ΕΟΣ Αμφισσας, είναι μια πολύ καλή επιλογή με σημαντικότατο πλεονέκτημα ότι την επομένη βρίσκεσαι από τα χαράματα στα αλπικά !
Ένα ορνιθολογικό οδοιπορικό στα Βαρδούσια ξεκινάει ήδη από τους πρόποδες τους με έναν έλεγχο για τους Νεροκότσυφες (Cinclus cinclus) της κοίτης του Μόρνου. Φτάνοντας στον Αθανάσιο Διάκο τους καλοκαιρινούς μήνες μπορείτε να έχετε πολύ καλές παρατηρήσεις από Ωχροσταχτάρες (Apus pallidus) που φωλιάζουν εκεί. Εκεί έχω κάνει την καλύτερη μου παρατήρηση και φωτογράφηση του είδους.
Η ανάβαση στο δάσος εκτός από τα διάφορα είδη δασικών ειδών που ποικίλουν και ανάλογα με την εποχή, όπως Χρυσοβασιλίσκοι (Regulus regulus) , Κοκκοθραύστες , Λούγαρα (Carduelis spinus) κυρίως φθινόπωρο, χειμώνα, έχετε κάποιες πιθανότητες να διασταυρωθείτε με το φοβερό δασόβιο θηρευτή το Διπλοσάινο (Accipiter gentilis) - 1 στις 5 είναι το δικό μας ποσοστό - και σίγουρα με Ξεφτέρια. Επίσης οι Χουχουριστές (Strix aluco) είναι πιθανοί. Τα θηλαστικά δεν λείπουν από το βουνό, έτσι ενώ η παρατήρηση Σκίουρων θεωρείται σίγουρη, αρκετά πιθανή είναι και η συνάντησή σας με Ζαρκάδια (1/5) . Τέλος οι Πράσινοι (Picus viridis) χαμηλότερα και οι Μαύροι Δρυοκολάπτες (Dryocopos martius) πιο ψηλά είναι σχεδόν σίγουροι σε κάθε επίσκεψη (τουλάχιστον η ακουστική τους παρατήρηση), ενώ και ο Λευκονώτης (Dendrocopos leucotos) έχει παρατηρηθεί στο βουνό.
Ωστόσο εκεί που το ενδιαφέρον πολλαπλασιάζεται είναι στο δασοόριο, στα υποαλπικά και στα αλπικά του βουνού. Φαίνεται ότι στο πρώτο ξεχειμωνιάζουν – τουλάχιστον προ χιονόστρωσης - συχνά μερικοί Χιονοκότσυφες (Turdus torquatus), ένα πολύ δύσκολο είδος για την Ελλάδα – αλλά και άλλα είδη Τσίχλας όπως η επίσης σχετικά δυσκολότερη από τις άλλες Κοκκινότσιχλα (Turdus iliacus).
Στα υποαλπικά και στα αλπικά του βουνού είναι που κορυφώνεται το ενδιαφέρον, καθώς εκεί πραγματικά χρειάζεται προσπάθεια για να μην παρατηρήσει κανείς Χιονάδες (Eremophila alpestris) αλλά και Χιονοψάλτες (Prunella collaris). Είδη που στα αλπικά άλλων βουνών χρειάζεται πολύ τύχη για να τα δεί κανείς, εδώ είναι σχεδόν σίγουρα. Ωστόσο για τον Χιονοψάλτη θα χρειαστεί σίγουρα και πεζοπορία πάνω από τα 1950 μ. υψόμετρο, αφού σπάνια κατεβαίνει χαμηλότερα τουλάχιστον το καλοκαίρι. Αντίθετα η Χιονάδα παρατηρείται ενίοτε και στα υποαλπικά. Εδώ ακόμη και τα είδη θρύλοι των βουνών, έχουν παρατηρηθεί. Η Τοιχοδρόμα (Tichodroma muraria) και Χιονόστρουθος (Montifringilla nivalis) έχουν παρατηρηθεί (1/5) ,
αλλά σίγουρα χρειάζονται περισσότερη τύχη και προσπάθεια τα δύο αυτά είδη. Χρυσοτσίχλονα (Emberiza citrinlella) το φθινόπωρο στα πολύ νότια άκρα κατανομής τους, οι υπέροχοι Πυρροκότσυφες (Monticola saxatilis) και τα Βλαχοτσίχλονα (Emberiza hortulana) το καλοκαίρι , είναι άλλα ενδιαφέροντα στρουθιόμορφα που μπορεί να συναντήσει κανείς στο βουνό. Να μην ξεχάσουμε βέβαια και τα 2 είδη Καλιακούδων με πολύ πιο πολυάριθμες τις Κίτρινοκαλιακούδες (Pyrrhocorax graculus). Ενδεικτικό της δυσκολίας στην παρατήρηση-φωτογράφηση σε αυτούς τους βιοτόπους είναι στις πρώτες 3 επισκέψεις μείναμε με την – λανθασμένη – εντύπωση ότι το βουνό δεν έχει Πυρροκότσυφες, μέχρι που στην τέταρτη είδαμε μαζεμένα 5 άτομα στα υποαλπικά.
Οι μεγαλειώδεις Χρυσαετοί (Aquila chrysaetos) είναι μόνιμοι στο βουνό και με λίγη τύχη μπορείτε να τους απολαύσετε σε πτήση στα ψηλά υψόμετρα. Εκτός από τα αναμενόμενα είδη αρπακτικών το καλοκαίρι είναι πολύ πιθανό να δείτε κάποιο Δενδρογέρακο (Falco subbuteo) να κυνηγάει στα υποαλπικά-αλπικά λιβάδια, ενώ και οι περαστικοί Κίρκοι (Circus sp) είναι πιθανοί σε περιόδους μετανάστευσης. Τέλος στις κορυφογραμμές όλο και κάποιο Αγριόγιδο (rupicarpa rupicarpa) μπορεί να εντοπίσετε. Διατηρεί πλέον πολύ μικρό πληθυσμό στην Ελλάδα, ωστόσο τα Βαρδούσια φαίνεται ότι κρατάνε έναν υγιή πληθυσμό.
Η πιο απρόβλεπτη παρατήρηση έγινε τον Νοέμβριο του 2013 στα υποαλπικά του βουνού, όπου πέρα από κάθε λογική – όση μπορεί να υπάρχει στις μετακινήσεις των πουλιών – μαζί με αρκετά Χρυσοτσίχλονα (Emberiza citrinella), «βολόδερνε» και ένα Ελατοτσίχλονο (Emberiza leucocephala), αδερφό είδος με το προηγούμενο. Αυτή ήταν η μόλις 5η παρατήρηση του είδους και η πρώτη εδώ και 9 χρόνια ! Η παρατήρηση έγινε από τον Γιώργο Αλεξανδρή και τον Πέτρο Πέτρου, ενώ εγώ ο τρίτος της παρέας καθώς ήμουν μερικά βήματα μακρύτερα σαρώνοντας μια πλαγιά για κάτι ενδιαφέρον, δεν πρόλαβα να παρατηρήσω το πουλί καθώς όταν με φώναξαν το πουλί είχε ήδη φύγει. Η προσπάθειά μας επί ένα περίπου τρίωρο να το ξαναεντοπίσουμε στέφθηκε με αποτυχία και σίγουρα την καταγράφω σαν μια από τις πιο άτυχες birding στιγμές της ζωής μου.
Τα Βαρδούσια εκτός από δημοφιλής ορειβατικός προορισμός μπορεί να γίνει και σημαντικός προορισμός για παρατηρητές και φωτογράφους πουλιών. Βέβαια σαν βουνό πρέπει κανείς να το αντιμετωπίσει με τον ανάλογο σεβασμό. Δείτε οπωσδήποτε την καιρική πρόγνωση για τις μέρες που θα επισκεφτείτε το βουνό. Οι κακές καιρικές συνθήκες είναι πολύ πιο πιθανές στο βουνό και μπορεί για πλάκα να χάσετε ώρες ή και μέρα παρατήρησης λόγω πυκνής ομίχλης. Σε περσινή φθινοπωρινή μου επίσκεψη στο βουνό και έπειτα από κακή εκτίμηση των καιρικών συνθηκών χάθηκε σχεδόν ολόκληρο το Σαββατοκύριακο λόγω κάκιστης ορατότητας. Επίσης δεν είναι απίθανο ακόμη και μέσα στο καλοκαίρι να πέσετε σε κακές καιρικές συνθήκες και θερμοκρασίες κοντά στο μηδέν (πρώτο διήμερο Ιούνιος 2013)."